Περιγραφή
ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΔΙΑ ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Ο μεγαλοπρεπής ναός του Δία ήταν το σημαντικότερο οικοδόμημα της Άλτεως στην Ολυμπία και δέσποζε σε περίοπτη θέση στο κέντρο της. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ναό της Πελοποννήσου, ο οποίος θεωρείται η τέλεια έκφραση, ο "κανών? της δωρικής ναοδομίας. Κτίσθηκε από τους Ηλείους προς τιμήν του Δία με τα λάφυρα από τους νικηφόρους πολέμους, που διεξήγαν κατά των τριφυλιακών πόλεων. Η ανέγερσή του άρχισε το 470 π.Χ. και ολοκληρώθηκε το 456 π.Χ. Η χρονολόγηση αυτή προκύπτει από την αναθηματική επιγραφή των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι μετά τη νίκη τους κατά των Αθηναίων και των συμμάχων τους στη μάχη της Τανάγρας (457 π.Χ.), αφιέρωσαν χρυσή ασπίδα, που είχε αναρτηθεί κάτω από το κεντρικό ακρωτήριο του αετώματος. Αρχιτέκτων του ναού ήταν ο Λίβωνας ο Ηλείος, ενώ άγνωστος παραμένει ο καλλιτέχνης των αετωμάτων.
Ο ναός έχει προσανατολισμό Α-Δ και είναι περίπτερος με έξι κίονες στις στενές και δεκατρείς στις μακρές πλευρές. Το ύψος των κιόνων ήταν 10,43 μ. και η κατώτερη διάμετρός τους 2,25 μ. Οι κίονες και οι τοίχοι ήταν κατασκευασμένοι από ντόπιο κογχυλιάτη λίθο και καλυμμένοι με λευκό μαρμαροκονίαμα, ενώ μόνο τα γλυπτά των αετωμάτων, η κεράμωση και οι λεοντοκεφαλές-υδρορρόες ήταν από μάρμαρο. Ο ναός αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομο. Ο πρόναος και ο οπισθόδομος είναι δίστυλοι εν παραστάσι και στο δάπεδο του προνάου σώζεται ψηφιδωτό δάπεδο ελληνιστικών χρόνων με παράσταση τριτώνων. Μπροστά στην είσοδο του προνάου, σε μικρό τετράγωνο χώρο που είναι στρωμένος με εξαγωνικές μαρμάρινες πλάκες, γινόταν η στέψη των Ολυμπιονικών. Ο σηκός χωρίζεται σε τρία κλίτη από δύο σειρές δίτονης κιονοστοιχίας, με επτά δωρικούς κίονες η καθεμία. Στο βάθος του σηκού ήταν τοποθετημένο το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κατασκευάσθηκε από το Φειδία γύρω στο 430 π.Χ. και είχε ύψος πάνω από 12 μ. Ο θεός παριστανόταν καθισμένος στο θρόνο του, κρατώντας στο αριστερό χέρι σκήπτρο και στο δεξί μία φτερωτή Νίκη. Τα γυμνά μέρη του σώματός του ήταν από ελεφαντόδοντο, ενώ από χρυσό ήταν το ιμάτιό του και ο θρόνος, που έφερε ανάγλυφες μυθολογικές παραστάσεις. Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων, το άγαλμα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και καταστράφηκε από φωτιά γύρω στο 475 μ.Χ. Η μορφή του μας είναι γνωστή από απεικονίσεις του σε αρχαία νομίσματα και από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία (5.11). Ο ναός έφερε πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, εξαίρετο δείγμα του αυστηρού ρυθμού. Στο ανατολικό αέτωμα απεικονίζεται η αρματοδρομία μεταξύ του Πέλοπα και του Οινομάου, με κεντρική μορφή τον Δία, κύριο του ιερού και κριτή του αγώνα, ενώ στο δυτικό απεικονίζεται η Κενταυρομαχία, δηλαδή η μάχη μεταξύ των Λαπιθών και των Κενταύρων, με κεντρική μορφή τον Απόλλωνα. Στις δώδεκα μετόπες, που βρίσκονταν ανά έξι επάνω από την είσοδο του πρόναου και του οπισθόδομου, απεικονίζονται οι άθλοι του Ηρακλή, μυθικού γιου του Δία. Οι εξωτερικές μετόπες της περίστασης του ναού ήταν ακόσμητες. Αργότερα, επάνω σε αυτές αναρτήθηκαν 21 χάλκινες, επίχρυσες ασπίδες, που αφιέρωσε στο ναό ο Ρωμαίος ύπατος Μόμμιος προς τιμήν του Δία, σε ανάμνηση της νίκης του επί των Ελλήνων στον Ισθμό (146 π.Χ.). Το κεντρικό ακρωτήριο του ανατολικού αετώματος ήταν μία επίχρυση Νίκη, έργο του γλύπτη Παιωνίου, ενώ στα πλαϊνά ακρωτήρια είχε τοποθετηθεί από ένας επίχρυσος λέβητας. Ο ναός υπέστη σοβαρή καταστροφή, όταν πυρπολήθηκε ύστερα από διαταγή του Θεοδοσίου Β΄ το 426 μ.Χ., ενώ αργότερα, το 522 και 551 μ.Χ. γκρεμίσθηκε από τους δύο μεγάλους σεισμούς.
Η πρώτη ανασκαφή του μνημείου έγινε το 1829 από τη γαλλική αποστολή και η αποκάλυψή του ολοκληρώθηκε κατά την διάρκεια των γερμανικών ανασκαφών.Ο γλυπτός διάκοσμος έχει αποκατασταθεί σχεδό στο σύνολό του και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. Τμήματα από τις ανάγλυφες μετόπες βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου από το 19ο αιώνα, οπότε και μεταφέρθηκαν από τη γαλλική αποστολή του Maison. Πρόσφατα αναστηλώθηκε ο ΒΔ κίονας της περίστασης.
ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΉΡΑΣ ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Ο ναός της Ήρας αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα δείγματα μνημειακής ναοδομίας στην Ελλάδα. Ήταν κτισμένος στη βορειοδυτική γωνία του ιερού χώρου της Άλτεως, στους νότιους πρόποδες του Κρονίου λόφου, όπου για την προστασία του κατασκευάσθηκε ισχυρός αναλημματικός τοίχος. Αφιερώθηκε στο ιερό της Ολυμπίας από τους κατοίκους του Σκιλλούντα, αρχαίας πόλης της Ηλείας. Ο Παυσανίας αναφέρει, ότι κτίσθηκε περίπου οκτώ χρόνια αφ' ότου ο Όξυλος πήρε τη βασιλεία στην Ήλιδα, δηλαδή γύρω στο 1096 π.Χ., όμως, η χρονολόγηση αυτή δεν συμφωνεί με τη χρονολόγηση του ναού, η οποία είναι υστερότερη. Κατά μία άποψη, ο πρώτος ναός της Ήρας κτίσθηκε γύρω στο 650 π.Χ., ήταν μικρός, δωρικός, και είχε μόνο σηκό και πρόναο, ενώ γύρω στο 600 π.Χ. προστέθηκε σε αυτόν ο οπισθόδομος και το πτερό. Ωστόσο, σήμερα, επικρατέστερη είναι η άποψη ότι ο ναός οικοδομήθηκε περίπου το 600 π.Χ. με ενιαίο αρχιτεκτονικό πρόγραμμα. Κατά καιρούς υπέστη διάφορες επεμβάσεις, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια μετατράπηκε σε είδος μουσείου, όπου φυλάσσονταν μερικά από τα πιο πολύτιμα έργα του ιερού, ανάμεσα στα οποία και ο περίφημος Ερμής του Πραξιτέλη.
Ο ναός χαρακτηρίζεται από τις βαριές του αναλογίες, καθώς έχει ιδιαίτερα επιμήκη κάτοψη και είναι αρκετά χαμηλός σε ύψος. Έχει προσανατολισμό Α-Δ και είναι δωρικός, περίπτερος, με έξι κίονες στις στενές και δεκαέξι στις μακρές πλευρές. Οι κίονες αρχικά ήταν ξύλινοι και σταδιακά αντικαταστάθηκαν με λίθινους. Για το λόγο αυτό, τόσο οι κίονες όσο και τα κιονόκρανα, δεν είναι όμοια μεταξύ τους, αφού κάθε φορά ο νέος κίονας ακολουθούσε το ρυθμό της εποχής του, με αποτέλεσμα επάνω στο ναό να αποτυπώνεται η πλήρης εξέλιξη του δωρικού ρυθμού, από τα αρχαϊκά έως και τα ρωμαϊκά χρόνια.
Ο ναός αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομοΣτο βάθος του σηκού, επάνω σε βάθρο ήταν στημένα τα λατρευτικά αγάλματα του Δία και της Ήρας, τα οποία αναφέρει ο Παυσανίας (5.17.1). Η Ήρα απεικονιζόταν καθισμένη σε θρόνο και δίπλα της στεκόταν ο Δίας. Το λίθινο αρχαϊκό κεφάλι, που βρέθηκε κοντά στο Ηραίο και σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας, αποδίδεται με κάποιες επιφυλάξεις στο άγαλμα της θεάς. Στο λατρευτικό άγαλμα απέθεταν κάθε τέσσερα χρόνια οι δεκαέξι ευγενείς Ηλείες, που οργάνωναν τα Ηραία, έναν καινούργιο πέπλο, που ύφαιναν για τη θεά. Για το εσωτερικό του ναού δεν έχουμε άλλες πληροφορίες. Γνωρίζουμε μόνο ότι εδώ φυλασσόταν ο δίσκος του Ιφίτου, επάνω στον οποίο ήταν γραμμένη η ιερή εκεχειρία, ενώ στον οπισθόδομο βρισκόταν η λάρνακα του Κυψέλου, από ξύλο, χρυσό και ελεφαντόδοντο, διακοσμημένη με μυθολογικές παραστάσεις, καθώς και η τράπεζα του Κολώτη, πάνω στην οποία τοποθετούνταν τα στεφάνια αγριελιάς, με τα οποία στεφάνωναν τους Ολυμπιονίκες.
Σήμερα από το ναό σώζονται τα θεμέλια, οι τεράστιοι του ορθοστάτες του σηκού και το κατώτερο μέρος των κιόνων. Έχουν αναστηλωθεί 4 κίονες. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας εκτίθενται θραύσματα από την πήλινη διακόσμηση του θριγκού και το πήλινο κεντρικό ακρωτήριο του ναού.
ΒΩΜΟΣ ΤΗΣ ΉΡΑΣ ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Ανατολικά του ναού της Ήρας, κατά τον κεντρικό άξονα του ναού, σώζονται τα θεμέλια ενός βωμού, που ήταν αφιερωμένος στη θεά Ήρα. Πρόκειται για μικρή, στενόμακρη κατασκευή, φτιαγμένη από πωρόλιθο, με μήκος 5,80 μ. και πλάτος 3,50 μ. Κτίστηκε τον 6ο αι. π.Χ., δηλαδή την ίδια περίοδο με το Ηραίο. Ωστόσο στη θέση αυτή υπήρχε και παλαιότερα ένας απλούστερος βωμός της Ήρας, ο οποίος σχηματιζόταν από τη στάχτη των ζώων που θυσιάζονταν στη θεά, όπως και ο μεγάλος βωμός του Δία.
Στο βωμό της Ήρας γίνεται σήμερα η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας. Η τελετή καθιερώθηκε το 1936 στην Ολυμπιάδα του Βερολίνου και από τότε πραγματοποιείται κάθε 4χρόνια, πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η ιερή φλόγα ανάβει από κάτοπτρο με τις ακτίνες του ήλιου, και στη συνέχεια πομπή ιερειών την μεταφέρει στο Στάδιο. Από εκεί αρχίζει το μεγάλο ταξίδι της προς την πόλη που οργανώνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μεταφέροντας με τον τρόπο αυτό το μήνυμα ειρήνης και συναδέλφωσης που στέλνει η Ολυμπία σε όλο τον κόσμο.
ΦΙΛΙΠΠΕΙΟ
Το Φιλιππείο είναι το μοναδικό κυκλικό οικοδόμημα της Άλτεως και ένα από τα ωραιότερα δείγματα της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Είναι κτισμένο σε περίοπτη θέση μέσα στον ιερό περίβολο, στα δυτικά του ναού της Ήρας. Αφιερώθηκε στο ιερό του Δία από το Φίλιππο Β΄, βασιλιά της Μακεδονίας, μετά τη νίκη του στη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. και αποδεικνύει τη μεγάλη πολιτική σημασία που είχε το ιερό εκείνη την εποχή. Μετά το θάνατο του Φιλίππου, το 336 π.Χ., η κατασκευή του μνημείου αποπερατώθηκε από το γιο του, τον Μ. Αλέξανδρο, ο οποίος πρόσθεσε στο εσωτερικό και τα αγάλματα των μελών της οικογένειάς του, έργα του περίφημου γλύπτη Λεωχάρη. Το μνημείο, εκτός από αναθηματικό χαρακτήρα είχε και λατρευτικό, αφού χρησιμοποιήθηκε για τη λατρεία της ηρωοποιημένης βασιλικής οικογένειας των Μακεδόνων.
Από το μνημείο διατηρούνται κατά χώραν μόνο τα θεμέλια και τα κατώτερα τμήματα των τοίχων. Όμως, με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων 2004, το Μουσείο του Βερολίνου επέστρεψε δέκα αρχιτεκτονικά μέλη του Φιλιππείου (τμήματα από την κρηπίδα, θραύσματα από κίονες, ένα κορινθιακό κιονόκρανο, τμήματα μαρμάρινης σίμης με την υδρορροή σε σχήμα λεοντοκεφαλής και μία μαρμάρινη κεραμίδα), με σκοπό την αναστήλωσή του. Η μερική αναστήλωση του μνημείου ολοκληρώθηκε το έτος 2005.
ΜΗΤΡΩΟΝ
Το Μητρώο ήταν ναός αφιερωμένος στη μητέρα των θεών, Ρέα, που αργότερα μετονομάστηκε Κυβέλη. Βρίσκεται ανατολικά του Ηραίου, μπροστά από το άνδηρο των θησαυρών, σε χώρο όπου προϋπήρχε λατρεία για πολλούς αιώνες, ίσως ήδη από την προϊστορική εποχή. Οι θεότητες που λατρεύονταν εδώ πριν από τη Ρέα ήταν κυρίως η Μητέρα Γη, στην οποία ήταν αφιερωμένο το ιερό Γαίον, και η Ειλείθυια, που ήταν συγγενική θεά και επίσης σχετιζόταν με τη μητρότητα. Ο ναός κτίστηκε στις αρχές του 4ου αι. π.Χ.
Πιθανότατα ο βωμός του ναού, επίσης αφιερωμένος στη Ρέα, βρισκόταν είτε στα δυτικά του ή πιο ψηλά, ανάμεσα στους θησαυρούς. Στους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους ο ναός μετατράπηκε σε χώρο λατρείας του αυτοκράτορα Αυγούστου και αργότερα χρησιμοποιήθηκε για τη λατρεία γενικά των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Στο σηκό, στα χρόνια του Αυγούστου τοποθετήθηκε ένας υπερφυσικού μεγέθους ανδριάντας του αυτοκράτορα, που τον παρίστανε ως Δία, να κρατεί κεραυνό και σκήπτρο, και ίσως είχε λατρευτικό χαρακτήρα. Το άγαλμα βρέθηκε στις ανασκαφές και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. Επίσης, βρέθηκαν έξι ακόμη αγάλματα, τρία ανδρικά και τρία γυναικεία, που πιστεύεται ότι ανήκουν στους αυτοκράτορες Κλαύδιο, Τίτο, Βεσπασιανό, και στις Αγριππίνα και Δομιτία.
Σήμερα από το μνημείο σώζεται μόνο ο στυλοβάτης και τμήματα από το θριγκό.
Ο μεγαλοπρεπής ναός του Δία ήταν το σημαντικότερο οικοδόμημα της Άλτεως στην Ολυμπία και δέσποζε σε περίοπτη θέση στο κέντρο της. Πρόκειται για το μεγαλύτερο ναό της Πελοποννήσου, ο οποίος θεωρείται η τέλεια έκφραση, ο "κανών? της δωρικής ναοδομίας. Κτίσθηκε από τους Ηλείους προς τιμήν του Δία με τα λάφυρα από τους νικηφόρους πολέμους, που διεξήγαν κατά των τριφυλιακών πόλεων. Η ανέγερσή του άρχισε το 470 π.Χ. και ολοκληρώθηκε το 456 π.Χ. Η χρονολόγηση αυτή προκύπτει από την αναθηματική επιγραφή των Λακεδαιμονίων, οι οποίοι μετά τη νίκη τους κατά των Αθηναίων και των συμμάχων τους στη μάχη της Τανάγρας (457 π.Χ.), αφιέρωσαν χρυσή ασπίδα, που είχε αναρτηθεί κάτω από το κεντρικό ακρωτήριο του αετώματος. Αρχιτέκτων του ναού ήταν ο Λίβωνας ο Ηλείος, ενώ άγνωστος παραμένει ο καλλιτέχνης των αετωμάτων.
Ο ναός έχει προσανατολισμό Α-Δ και είναι περίπτερος με έξι κίονες στις στενές και δεκατρείς στις μακρές πλευρές. Το ύψος των κιόνων ήταν 10,43 μ. και η κατώτερη διάμετρός τους 2,25 μ. Οι κίονες και οι τοίχοι ήταν κατασκευασμένοι από ντόπιο κογχυλιάτη λίθο και καλυμμένοι με λευκό μαρμαροκονίαμα, ενώ μόνο τα γλυπτά των αετωμάτων, η κεράμωση και οι λεοντοκεφαλές-υδρορρόες ήταν από μάρμαρο. Ο ναός αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομο. Ο πρόναος και ο οπισθόδομος είναι δίστυλοι εν παραστάσι και στο δάπεδο του προνάου σώζεται ψηφιδωτό δάπεδο ελληνιστικών χρόνων με παράσταση τριτώνων. Μπροστά στην είσοδο του προνάου, σε μικρό τετράγωνο χώρο που είναι στρωμένος με εξαγωνικές μαρμάρινες πλάκες, γινόταν η στέψη των Ολυμπιονικών. Ο σηκός χωρίζεται σε τρία κλίτη από δύο σειρές δίτονης κιονοστοιχίας, με επτά δωρικούς κίονες η καθεμία. Στο βάθος του σηκού ήταν τοποθετημένο το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου. Κατασκευάσθηκε από το Φειδία γύρω στο 430 π.Χ. και είχε ύψος πάνω από 12 μ. Ο θεός παριστανόταν καθισμένος στο θρόνο του, κρατώντας στο αριστερό χέρι σκήπτρο και στο δεξί μία φτερωτή Νίκη. Τα γυμνά μέρη του σώματός του ήταν από ελεφαντόδοντο, ενώ από χρυσό ήταν το ιμάτιό του και ο θρόνος, που έφερε ανάγλυφες μυθολογικές παραστάσεις. Μετά την κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων, το άγαλμα μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και καταστράφηκε από φωτιά γύρω στο 475 μ.Χ. Η μορφή του μας είναι γνωστή από απεικονίσεις του σε αρχαία νομίσματα και από την περιγραφή του περιηγητή Παυσανία (5.11). Ο ναός έφερε πλούσιο γλυπτό διάκοσμο, εξαίρετο δείγμα του αυστηρού ρυθμού. Στο ανατολικό αέτωμα απεικονίζεται η αρματοδρομία μεταξύ του Πέλοπα και του Οινομάου, με κεντρική μορφή τον Δία, κύριο του ιερού και κριτή του αγώνα, ενώ στο δυτικό απεικονίζεται η Κενταυρομαχία, δηλαδή η μάχη μεταξύ των Λαπιθών και των Κενταύρων, με κεντρική μορφή τον Απόλλωνα. Στις δώδεκα μετόπες, που βρίσκονταν ανά έξι επάνω από την είσοδο του πρόναου και του οπισθόδομου, απεικονίζονται οι άθλοι του Ηρακλή, μυθικού γιου του Δία. Οι εξωτερικές μετόπες της περίστασης του ναού ήταν ακόσμητες. Αργότερα, επάνω σε αυτές αναρτήθηκαν 21 χάλκινες, επίχρυσες ασπίδες, που αφιέρωσε στο ναό ο Ρωμαίος ύπατος Μόμμιος προς τιμήν του Δία, σε ανάμνηση της νίκης του επί των Ελλήνων στον Ισθμό (146 π.Χ.). Το κεντρικό ακρωτήριο του ανατολικού αετώματος ήταν μία επίχρυση Νίκη, έργο του γλύπτη Παιωνίου, ενώ στα πλαϊνά ακρωτήρια είχε τοποθετηθεί από ένας επίχρυσος λέβητας. Ο ναός υπέστη σοβαρή καταστροφή, όταν πυρπολήθηκε ύστερα από διαταγή του Θεοδοσίου Β΄ το 426 μ.Χ., ενώ αργότερα, το 522 και 551 μ.Χ. γκρεμίσθηκε από τους δύο μεγάλους σεισμούς.
Η πρώτη ανασκαφή του μνημείου έγινε το 1829 από τη γαλλική αποστολή και η αποκάλυψή του ολοκληρώθηκε κατά την διάρκεια των γερμανικών ανασκαφών.Ο γλυπτός διάκοσμος έχει αποκατασταθεί σχεδό στο σύνολό του και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. Τμήματα από τις ανάγλυφες μετόπες βρίσκονται στο Μουσείο του Λούβρου από το 19ο αιώνα, οπότε και μεταφέρθηκαν από τη γαλλική αποστολή του Maison. Πρόσφατα αναστηλώθηκε ο ΒΔ κίονας της περίστασης.
ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΉΡΑΣ ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Ο ναός της Ήρας αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα δείγματα μνημειακής ναοδομίας στην Ελλάδα. Ήταν κτισμένος στη βορειοδυτική γωνία του ιερού χώρου της Άλτεως, στους νότιους πρόποδες του Κρονίου λόφου, όπου για την προστασία του κατασκευάσθηκε ισχυρός αναλημματικός τοίχος. Αφιερώθηκε στο ιερό της Ολυμπίας από τους κατοίκους του Σκιλλούντα, αρχαίας πόλης της Ηλείας. Ο Παυσανίας αναφέρει, ότι κτίσθηκε περίπου οκτώ χρόνια αφ' ότου ο Όξυλος πήρε τη βασιλεία στην Ήλιδα, δηλαδή γύρω στο 1096 π.Χ., όμως, η χρονολόγηση αυτή δεν συμφωνεί με τη χρονολόγηση του ναού, η οποία είναι υστερότερη. Κατά μία άποψη, ο πρώτος ναός της Ήρας κτίσθηκε γύρω στο 650 π.Χ., ήταν μικρός, δωρικός, και είχε μόνο σηκό και πρόναο, ενώ γύρω στο 600 π.Χ. προστέθηκε σε αυτόν ο οπισθόδομος και το πτερό. Ωστόσο, σήμερα, επικρατέστερη είναι η άποψη ότι ο ναός οικοδομήθηκε περίπου το 600 π.Χ. με ενιαίο αρχιτεκτονικό πρόγραμμα. Κατά καιρούς υπέστη διάφορες επεμβάσεις, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια μετατράπηκε σε είδος μουσείου, όπου φυλάσσονταν μερικά από τα πιο πολύτιμα έργα του ιερού, ανάμεσα στα οποία και ο περίφημος Ερμής του Πραξιτέλη.
Ο ναός χαρακτηρίζεται από τις βαριές του αναλογίες, καθώς έχει ιδιαίτερα επιμήκη κάτοψη και είναι αρκετά χαμηλός σε ύψος. Έχει προσανατολισμό Α-Δ και είναι δωρικός, περίπτερος, με έξι κίονες στις στενές και δεκαέξι στις μακρές πλευρές. Οι κίονες αρχικά ήταν ξύλινοι και σταδιακά αντικαταστάθηκαν με λίθινους. Για το λόγο αυτό, τόσο οι κίονες όσο και τα κιονόκρανα, δεν είναι όμοια μεταξύ τους, αφού κάθε φορά ο νέος κίονας ακολουθούσε το ρυθμό της εποχής του, με αποτέλεσμα επάνω στο ναό να αποτυπώνεται η πλήρης εξέλιξη του δωρικού ρυθμού, από τα αρχαϊκά έως και τα ρωμαϊκά χρόνια.
Ο ναός αποτελείται από πρόναο, σηκό και οπισθόδομοΣτο βάθος του σηκού, επάνω σε βάθρο ήταν στημένα τα λατρευτικά αγάλματα του Δία και της Ήρας, τα οποία αναφέρει ο Παυσανίας (5.17.1). Η Ήρα απεικονιζόταν καθισμένη σε θρόνο και δίπλα της στεκόταν ο Δίας. Το λίθινο αρχαϊκό κεφάλι, που βρέθηκε κοντά στο Ηραίο και σήμερα εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας, αποδίδεται με κάποιες επιφυλάξεις στο άγαλμα της θεάς. Στο λατρευτικό άγαλμα απέθεταν κάθε τέσσερα χρόνια οι δεκαέξι ευγενείς Ηλείες, που οργάνωναν τα Ηραία, έναν καινούργιο πέπλο, που ύφαιναν για τη θεά. Για το εσωτερικό του ναού δεν έχουμε άλλες πληροφορίες. Γνωρίζουμε μόνο ότι εδώ φυλασσόταν ο δίσκος του Ιφίτου, επάνω στον οποίο ήταν γραμμένη η ιερή εκεχειρία, ενώ στον οπισθόδομο βρισκόταν η λάρνακα του Κυψέλου, από ξύλο, χρυσό και ελεφαντόδοντο, διακοσμημένη με μυθολογικές παραστάσεις, καθώς και η τράπεζα του Κολώτη, πάνω στην οποία τοποθετούνταν τα στεφάνια αγριελιάς, με τα οποία στεφάνωναν τους Ολυμπιονίκες.
Σήμερα από το ναό σώζονται τα θεμέλια, οι τεράστιοι του ορθοστάτες του σηκού και το κατώτερο μέρος των κιόνων. Έχουν αναστηλωθεί 4 κίονες. Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας εκτίθενται θραύσματα από την πήλινη διακόσμηση του θριγκού και το πήλινο κεντρικό ακρωτήριο του ναού.
ΒΩΜΟΣ ΤΗΣ ΉΡΑΣ ΣΤΗΝ ΟΛΥΜΠΙΑ
Ανατολικά του ναού της Ήρας, κατά τον κεντρικό άξονα του ναού, σώζονται τα θεμέλια ενός βωμού, που ήταν αφιερωμένος στη θεά Ήρα. Πρόκειται για μικρή, στενόμακρη κατασκευή, φτιαγμένη από πωρόλιθο, με μήκος 5,80 μ. και πλάτος 3,50 μ. Κτίστηκε τον 6ο αι. π.Χ., δηλαδή την ίδια περίοδο με το Ηραίο. Ωστόσο στη θέση αυτή υπήρχε και παλαιότερα ένας απλούστερος βωμός της Ήρας, ο οποίος σχηματιζόταν από τη στάχτη των ζώων που θυσιάζονταν στη θεά, όπως και ο μεγάλος βωμός του Δία.
Στο βωμό της Ήρας γίνεται σήμερα η αφή της Ολυμπιακής Φλόγας. Η τελετή καθιερώθηκε το 1936 στην Ολυμπιάδα του Βερολίνου και από τότε πραγματοποιείται κάθε 4χρόνια, πριν τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η ιερή φλόγα ανάβει από κάτοπτρο με τις ακτίνες του ήλιου, και στη συνέχεια πομπή ιερειών την μεταφέρει στο Στάδιο. Από εκεί αρχίζει το μεγάλο ταξίδι της προς την πόλη που οργανώνει τους Ολυμπιακούς Αγώνες, μεταφέροντας με τον τρόπο αυτό το μήνυμα ειρήνης και συναδέλφωσης που στέλνει η Ολυμπία σε όλο τον κόσμο.
ΦΙΛΙΠΠΕΙΟ
Το Φιλιππείο είναι το μοναδικό κυκλικό οικοδόμημα της Άλτεως και ένα από τα ωραιότερα δείγματα της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής. Είναι κτισμένο σε περίοπτη θέση μέσα στον ιερό περίβολο, στα δυτικά του ναού της Ήρας. Αφιερώθηκε στο ιερό του Δία από το Φίλιππο Β΄, βασιλιά της Μακεδονίας, μετά τη νίκη του στη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. και αποδεικνύει τη μεγάλη πολιτική σημασία που είχε το ιερό εκείνη την εποχή. Μετά το θάνατο του Φιλίππου, το 336 π.Χ., η κατασκευή του μνημείου αποπερατώθηκε από το γιο του, τον Μ. Αλέξανδρο, ο οποίος πρόσθεσε στο εσωτερικό και τα αγάλματα των μελών της οικογένειάς του, έργα του περίφημου γλύπτη Λεωχάρη. Το μνημείο, εκτός από αναθηματικό χαρακτήρα είχε και λατρευτικό, αφού χρησιμοποιήθηκε για τη λατρεία της ηρωοποιημένης βασιλικής οικογένειας των Μακεδόνων.
Από το μνημείο διατηρούνται κατά χώραν μόνο τα θεμέλια και τα κατώτερα τμήματα των τοίχων. Όμως, με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων 2004, το Μουσείο του Βερολίνου επέστρεψε δέκα αρχιτεκτονικά μέλη του Φιλιππείου (τμήματα από την κρηπίδα, θραύσματα από κίονες, ένα κορινθιακό κιονόκρανο, τμήματα μαρμάρινης σίμης με την υδρορροή σε σχήμα λεοντοκεφαλής και μία μαρμάρινη κεραμίδα), με σκοπό την αναστήλωσή του. Η μερική αναστήλωση του μνημείου ολοκληρώθηκε το έτος 2005.
ΜΗΤΡΩΟΝ
Το Μητρώο ήταν ναός αφιερωμένος στη μητέρα των θεών, Ρέα, που αργότερα μετονομάστηκε Κυβέλη. Βρίσκεται ανατολικά του Ηραίου, μπροστά από το άνδηρο των θησαυρών, σε χώρο όπου προϋπήρχε λατρεία για πολλούς αιώνες, ίσως ήδη από την προϊστορική εποχή. Οι θεότητες που λατρεύονταν εδώ πριν από τη Ρέα ήταν κυρίως η Μητέρα Γη, στην οποία ήταν αφιερωμένο το ιερό Γαίον, και η Ειλείθυια, που ήταν συγγενική θεά και επίσης σχετιζόταν με τη μητρότητα. Ο ναός κτίστηκε στις αρχές του 4ου αι. π.Χ.
Πιθανότατα ο βωμός του ναού, επίσης αφιερωμένος στη Ρέα, βρισκόταν είτε στα δυτικά του ή πιο ψηλά, ανάμεσα στους θησαυρούς. Στους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους ο ναός μετατράπηκε σε χώρο λατρείας του αυτοκράτορα Αυγούστου και αργότερα χρησιμοποιήθηκε για τη λατρεία γενικά των Ρωμαίων αυτοκρατόρων. Στο σηκό, στα χρόνια του Αυγούστου τοποθετήθηκε ένας υπερφυσικού μεγέθους ανδριάντας του αυτοκράτορα, που τον παρίστανε ως Δία, να κρατεί κεραυνό και σκήπτρο, και ίσως είχε λατρευτικό χαρακτήρα. Το άγαλμα βρέθηκε στις ανασκαφές και εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ολυμπίας. Επίσης, βρέθηκαν έξι ακόμη αγάλματα, τρία ανδρικά και τρία γυναικεία, που πιστεύεται ότι ανήκουν στους αυτοκράτορες Κλαύδιο, Τίτο, Βεσπασιανό, και στις Αγριππίνα και Δομιτία.
Σήμερα από το μνημείο σώζεται μόνο ο στυλοβάτης και τμήματα από το θριγκό.
Δημοσιεύθηκε: 1 Ιουν. 2010
Προσθήκη στα αγαπημένα
- Πληροφορίες -
odysseus.culture.gr |
GPS Συντεταγμένες |
37.637877 , 21.630057 |
37° 38' 16,3572"N , 21° 37' 48,2052"E |
Πού να μείνω
καταλύματα που βρίσκονται στην γύρο περιοχή
Περισσότερες ιδέες για το ταξίδι σας
πλησιέστερα σημεία ενδιαφέροντος